στης νυκτός τα δάση:
Ποιο αθάνατο χέρι η ματιά
μπορεί να παραστήσει τη τρομακτική σου συμμετρία;
Σε τι απύθμενα βάθη η ουρανούς
έκαιγε η φωτιά των ματιών σου;
Με τι φτερά αποθαρρευεται να σε γυρεύει;
Ποιο το χέρι π' αποτολμά ν' αναμετρήσει τη φωτιά;
Και ποιοι είναι οι ώμοι και ποια η τέχνη
Που θα λύγιζαν το σφρίγος της καρδιάς σου;
Και άμα τούτη η καρδιά αρχίζει να πάλλεται,
Ποιο τρεμάμενο χέρι; Και ποια τρεμάμενα πόδια;
Ποιο το σφυρί; Ποια η αλυσίδα;
Σε ποιο καμίνι χωνεύτηκε το μυαλό σου;
Ποιο το αμόνι; Ποια τρομερή λαβή;
Τολμά τους θανατηφόρους φόβους της να σου περάσει;
Όταν τ’ άστρα έριξαν τα δόρατά τους
Και πότισαν τα ουράνια με τα δάκρυά τους: