Μία από τις κυριότερες βάσεις των επιστημών είναι η έννοια της γνώσης. Πιο γενικά, οι γνώσεις αποτελούν το πρώτο πρίσμα της επιστήμης με το οποίο ασχολείται η μελέτη που θα οδηγήσει στην ερμηνεία τους. Μ’ αυτόν τον τρόπο, βλέπουμε ότι υπάρχει μία αναλογία με το στόχο στον τομέα της στρατηγικής. Και οι γνώσεις και οι στόχοι, τουλάχιστον παραδοσιακά, είναι οι αρχές μιας θεωρίας και κατά κάποιο τρόπο δεν ανήκουν σ’ αυτήν. Η εξέλιξη της θεωρίας είναι μεταγενέστερη και δεν μετατρέπει την αρχική γνώση, αν και η ερμηνεία της είναι όντως διαφορετική. Αυτή η ιδέα είναι όμως αληθινή;
Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να επισημάνουμε ότι κατανοούμε μόνο ό,τι μπορούμε και προπαντός βλέπουμε μόνο ό,τι κατανοούμε. Το ίδιο αντικείμενο μπορεί όχι μόνο να ερμηνευτεί διαφορετικά, αλλά είναι όντως διαφορετικό όταν το κοιτάζουν διαφορετικά άτομα: η γνώση του αντικειμένου εξαρτάται από το επίπεδο του ερευνητή. Κοιτάζοντας την ίδια φόρμουλα, δεν βλέπουμε τα ίδια πράγματα. Και μ’ αυτή την έννοια, αντιλαμβανόμαστε τη μη αντικειμενικότητα της γνώσης. Και υπάρχει συσχετισμός με τον όρο θεωρία. Το τι θεωρώ είναι αυτό που ερμηνεύω.
Άρα, η γνώση είναι ένα πολύπλοκο κατασκευαστικό σύμπλεγμα ερμηνειών. Διότι υπάρχει μια συστηματική οργάνωση του συνόλου. Και σ’ αυτό το σύνολο ανήκει και η αντίληψή μας διότι διαμορφώνεται κι αυτή με την εξέλιξη των γνώσεων. Αν αρχικά η γνώση μας είναι αλγοριθμική, στο τέλος της διαδικασίας μπορεί να γίνει ολική ή ακόμα και ολιστική, αν καταλάβουμε την ουσία της δομής που μελετούμε.