Μέσα στη διάχυτη βουβαμάρα εγκλείεται φόβος. Φόβος για το
παρόν, φόβος για το μέλλον. Οσα συμβαίνουν, κι όσα δεν συμβαίνουν, τροφοδοτούν
διαρκώς αυτό τον φόβο του παρόντος, μια σταθερή δυσφορία, μια αίσθηση
ανοικειότητας με την ίδια μας τη ζωή. Διότι απλούστατα δεν γνωρίζουμε πού μάς
βγάζει ο δρόμος, δεν έχουμε καμία βεβαιότητα, αισθανόμαστε ανήμποροι να
προγραμματίσουμε στοιχειωδώς τον βίο. Αισθανόμαστε να μας πλακώνει ένα ανοίκειο
παρόν.
Κοιτάμε λοιπόν διαρκώς προς τα πίσω, στα τετελεσμένα, για να
αντλήσουμε ολίγο νόημα, μήπως και με το νόημα του παρελθόντος φωτίσουμε τον
ζόφο του παρόντος και φωτίσουμε τη σκολιά οδό προς το μέλλον.
Το ξαναδιάβασμα του παρελθόντος μπορεί να είναι προωθητικό το ίδιο και η επαναπροσέγγιση της παράδοσης, η οικείωσή της στη συγχρονία. Ετσι προχωρούν κοινωνίες και πολιτισμοί συναναστροφή με τους νεκρούς το έλεγε ο Ιωάννης Συκουτρής.
Το ξαναδιάβασμα του παρελθόντος μπορεί να είναι προωθητικό το ίδιο και η επαναπροσέγγιση της παράδοσης, η οικείωσή της στη συγχρονία. Ετσι προχωρούν κοινωνίες και πολιτισμοί συναναστροφή με τους νεκρούς το έλεγε ο Ιωάννης Συκουτρής.
Αλλά ...υπάρχει πάντα ένα αλλά. Αλλά στη δική μας περίπτωση,
του κλαψιάρη και έμφοβου νου, εμφιλοχωρεί ένας σοβαρός κίνδυνος: η αναψηλάφηση
του παρελθόντος να οδηγεί είτε σε απεγνωσμένη εξωράιση και αφελή αγλαϊσμό του
είτε σε δαιμονοποίησή του είτε σε βιαστικές έως γελοίες αναθεωρήσεις ― με κοινό
παρανομαστή πάντα έναν τερατώδη αναχρονισμό, να προβάλλουμε τους φόβους και
τους πόθους μας στο παρελθόν για να του δίνουμε το σχήμα του παρόντος.
Ο αναθεματισμός της Μεταπολίτευσης ως δεξαμενής αρνητικών
ρευστών και τοξικών βλαστών, είναι μια τέτοια ατυχής δαιμονοποίηση. Οχι
αξιολόγηση, κριτική, αποτίμηση· η Μεταπολίτευση, συμπαγώς και αδιαφοροποίητα,
στέλνεται στη χωματερή της ιστορίας. Φυσικά μαζί της θάβουμε τους εαυτούς μας,
όπως και όσο υπήρξαμε στη δημόσια σφαίρα.
Το ίδιο και το Πολυτεχνείο: μετά σαράντα χρόνια είναι
δύσκολο να καταταγεί στα τρέχοντα ιδεοψυχολογικά σχήματα, αντιστέκεται
πεισματικά. Αντί λοιπόν να το κατανοήσουν στο ιστορικό του πλαίσιο και να το
ενσωματώσουν σε μια δυναμική αυτογνωσίας, κάποιοι απελπισμένοι αναθεωρητές το
μικραίνουν, το χαμηλώνουν, το λοιδωρούν, κυρίως το μεταχρονολογούν, το
αναχρονίζουν, για να μπορέσουν υποθέτω να το δουν στο μπόι τους, κι έτσι βολικά
χαμηλοαναχρονισμένο να χαρακτηριστεί εργαλειακά ή και καφενειακά ως πηγή των
παρόντων δεινών του έθνους κ.λπ. κ.λπ.
Από χθες σε αυτό τον χορό των αναχρονισμών μπήκε ολολύζουσα
και η Αποστασία. Του ’65, των Ιουλιανών, των γελοιογράφων και των φαιδρών
στιχοπλόκων, ό,τι παρά τη φαιδρότητά του εξέφραζε ένα υπαρκτό δίκτυο συνωμοσιών
και εκτροπής. Λίγοι από τους πρωταγωνιστές ζουν πια, οι περισσότεροι γνωρίζουμε
το κλίμα της εποχής από τις γελοιογραφίες του Μποστ. Ολα άλλαξαν. Κι όμως η
αποσκίρτηση βουλευτών από το κομματικό μαντρί, όπως προσφυώς το ονόμαζε ο
Ευάγγελος Αβέρωφ, επαναφέρεται ως αρχετυπικό σκιάχτρο, ως το Poltergeist που
στοιχειώνει την τρέχουσα πρωθυπουργική δημοκρατία.
Είπαμε: ο παγωμένος έμφοβος νους ξαναπλάθει το παρελθόν. Τη
θέση του Μποστ παίρνει ο Γκόγια:
"Ο ύπνος της λογικής γεννάει τέρατα, τις κουκουβάγιες της ανοησίας και τις νυχτερίδες της αμάθειας"
Λογιος Ερμής
"Ο ύπνος της λογικής γεννάει τέρατα, τις κουκουβάγιες της ανοησίας και τις νυχτερίδες της αμάθειας"
Το έργο Ο ύπνος της λογικής γεννάει τέρατα (Ισπανικά: El
sueño de la razón produce monstruos) είναι ένα χαρακτικό του Ισπανού ζωγράφου
και χαράκτη Φρανσίσκο Γκόγια που χρονολογείται περίπου στα έτη 1797-1799. Είναι
το τεσσαρακοστό τρίτο (43ο) από τα 80 έργα που αποτελούν τη σειρά χαρακτικών
Los Caprichos (Τα Καπρίτσια) και αρχικά επρόκειτο να βρίσκεται στην πρώτη
σελίδα.
Αποτελείται από ένα σκίτσο που αναπαριστά τον ίδιο τον
καλλιτέχνη, να ακουμπάει το κεφάλι του σε ένα τραπέζι, καθώς κουκουβάγιες και
νυχτερίδες τον περικυκλώνουν ενώ καλύπτει το κεφάλι με τα χέρια του. Οι
κουκουβάγιες (που συμβολίζουν την ανοησία) και οι νυχτερίδες (που συμβολίζουν
την αμάθεια) είναι έτοιμες να του επιτεθούν.
Αυτή η εικόνα μπορεί να θεωρηθεί ως μία απεικόνιση των
επιπτώσεων της καταπίεσης της λογικής και, επομένως, σαν υιοθέτηση από τον
καλλιτέχνη διαφωτιστικών ιδεών. Ωστόσο, μπορεί επίσης να ερμηνευθεί ως
συνεισφορά του Γκόγια στη δημιουργική διαδικασία και το Ρομαντικό πνεύμα-την απελευθέρωση
της φαντασίας, των συναισθημάτων ακόμα και των εφιαλτών. Αναμφισβήτητα το πιο
διάσημο έργο της σειράς, που έχει γίνει είδωλο και ο τίτλος του συχνά
αναφέρεται ως γνωμικό του Γκόγια.
Τα Καπρίτσια (Ισπανικά: Los Caprichos) είναι μια σειρά 80
χαρακτικών που δημιούργησε ο Ισπανός καλλιτέχνης Φρανθίσκο Γκόγια κατά τα έτη
1797 και 1798, και τα δημοσίευσε σαν μία συλλογή έργων το 1799. Τα χαρακτικά
αυτά ήταν ένα καλλιτεχνικό πείραμα: ένα μέσο που χρησιμοποιεί ο Γκόγια για να
καταδικάσει την παγκόσμια ανοησία, και την ανοησία στην Ισπανική κοινωνία στην
οποία έζησε. Η κριτική του είναι εκτεταμένη και καυστική.
Στρέφεται κατά της
κυριαρχίας της δεισιδαιμονίας, της αμάθειας και της ανικανότητας της άρχουσας
τάξης, της έλλειψης παιδείας, των οικογενειακών λαθών, και της παρακμής της
λογικής. Σε κάποια από τα χαρακτικά της σειράς ο καλλιτέχνης στρέφεται κατά του
κλήρου. Ο Γκόγια περιγράφοντας αυτή τη σειρά έργων, ανέφερε ότι απεικονίζει τις
αμέτρητες ιδιορρυθμίες και ανοησίες που υπάρχουν σε κάθε πολιτισμένη κοινωνία,
και τις κοινές προκαταλήψεις και τις παραπλανητικές πρακτικές που τα έθιμα, η
αμάθεια, ή η ιδιοτέλεια τις έχουν καταστήσει συνήθεις. Δείτε και τα 80 χαρακτικά.
Λογιος Ερμής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου