Ένα μεγαλόσωμο ελάφι σε εποχή καλοκαιριού, καθώς διψούσε, φτάνει κοντά σε κάποια καθαρή και βαθιά πηγή και, αφού ήπιε όσο (νερό) ήθελε, παρατηρούσε τη μορφή του σώματός του.
Και κυρίως επαινούσε τη φύση των κεράτων του με την ιδέα ότι αυτά ήταν στολίδι για όλο το σώμα του.
Αντίθετα, κατηγορούσε τα λεπτά του πόδια, επειδή, κατὰ τη γνώμη του, δεν μπορούσαν να αντέξουν όλο το βάρος του.
Και ενώ ασχολούνταν με αυτά, ξαφνικά ακούγεται γάβγισμα σκυλιών και κυνηγοί το πλησιάζουν.
Αυτό άρχισε να τρέχει ορμητικά, για να ξεφύγει, και όσο έτρεχε σε ομαλό έδαφος, σωζόταν από την ταχύτητα των ποδιών του.
Όταν όμως έφτασε σε αδιαπέραστο και πυκνό δάσος, επειδή του μπλέχτηκαν τα κέρατα, παγιδεύτηκε και έμαθε εξ ιδίας πείρας ότι πράγματι ήταν άδικος κριτής των ατομικών του γνωρισμάτων, γιατί κατηγορούσε αυτά που το έσωζαν, ενώ επαινούσε αυτά που το πρόδωσαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου